Στην επαρχεία Καλαβρύτων του Νομού Αχαΐας της Πελοποννήσου βρίσκεται το χωριό Φίλια το οποίο απέχει 37 χιλιόμετρα από τα Καλάβρυτα, έδρα του ομώνυμου Δήμου Καλαβρύτων, 101 χιλιόμετρα από την Πάτρα και 205 χιλιόμετρα από την Αθήνα.
Το χωριό είναι κτισμένο αμφιθεατρικά στη βόρεια πλαγιά του "Προφήτη Ηλία" και πάνω στο λόφο "Μουζακέικα", σε υψόμετρο 874 μέτρα και σε αυτό υπάγονται οι οικισμοί: Άγιοι Θεόδωροι, Καλύβια, Ζευγολατιό, Κυνηγάρι και Χάνια.
Σε απόσταση 3 χιλιομέτρων ανατολικά συναντάται η Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου και εντός του χωριού ξεχωρίζει η πετρόχτιστη εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Σημαντικό αξιοθέατο είναι επίσης το γεφύρι στον Λάδωνα ποταμό, στον συνοικισμό Χάνια, το οποίο είναι ένα από τα αρχαιότερα γεφύρια της Πελοποννήσου.
Τα περισσότερα σπίτια του χωριού είναι λιθόκτιστα και έχουν δυο επίπεδα το υπόγειο ή κατώγι και από πάνω βρίσκεται η κύρια οικεία.
Προέλευση του ονόματος Φίλια
Η ιστορία του χωριού χάνεται στα βάθη του χρόνου και φτάνει μέχρι την Βυζαντινή εποχή. Η προέλευση του ονόματος των Φιλίων είναι άγνωστη, όπως άγνωστο είναι το πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά το χωρίο. Βέβαιο είναι πως το χωριό ονομάζεται τα Φίλια από το 1652, όπως προκύπτει από επίσημο έγγραφο του Οικουμενικού Πατριάρχου Παϊσίου προς την Ιερά Μονή του Αγίου Αθανασίου.
Σύμφωνα με το Βιβλίο του Θεόδωρου Γ. Αργυρόπουλου «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΦΙΛΙΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ Ι. ΜΟΝΗΣ ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ» υπάρχουν οι παρακάτω εκδοχές για την ονομασία Φίλια.
Αρχικά πίστευαν πως η ονομασία Φίλια (η Φίλια) είναι σλαβικής προέλευσης, αλλά αυτό δεν ισχύει αφού δεν συμπεριλαμβάνεται στα 38 σλαβικά τοπωνύμια της επαρχίας Καλαβρύτων κατά την έρευνα της ιστορίας των Σλάβων στην Ελλάδα από τον Γερμανό Max Vasmer.
Αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως το όνομα Φίλια είναι Φράγκικο και μάλιστα Ιταλικό, προερχόμενο από την λέξη figlia το οποίο σημαίνει κόρη. Ο μύθος λέει πως είτε κάποιος Φράγκος φεουδάρχης είχε εγκατασταθεί στην περιοχή κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας και ονόμασε το χωριό (η) Φίλια προς τιμήν της κόρης του, είτε πως οι κάτοικοι του χωριού ονόμασαν το χωριό Φίλια προς τιμήν της κόρης του Φεουδάρχη που είχε εγκατασταθεί στην περιοχή.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του δικηγόρου Θ. Ρηγόπουλου ο οποίος γεννήθηκε στο χωρίο το 1803 το όνομα Φίλια είναι ελληνικό και προέρχεται από τον πληθυντικό της λέξεις Φίλια , δηλαδή τα Φίλια, δηλαδή τα φιλικά φερόμενα, τα αγαπητά, και αυτό γιατί στο χωριό αυτό γινόταν ευπρόσδεκτος όποιος ξένος βρισκόταν σ’ αυτό. Αυτή ίσως είναι η ορθότερη εκδοχή για την ονομασία του χωριού γιατί σε όλα τα διασωθέντα έγγραφα της εποχής εκείνης το χωριό αναγράφεται τα Φίλια, ή στα Φίλια και όχι η Φίλια.
ΠΗΓΗ: Αναστασία Χαραλαμποπούλου
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ο οποίος θεμελιώθηκε το 1907 και λειτουργεί από το 1921. Μαζί με την Ανάληψη στις Σειρές, είναι οι δύο μεγαλύτερες σε χωρητικότητα εκκλησίες της επαρχίας Καλαβρύτων.
Ο ναός είναι βυζαντινού ρυθμού, σταυροειδής, με τρούλο, έχει δύο καμπαναριά και είναι εξ ολοκλήρου χτισμένος από λαξευτό ασβεστόλιθο. Στο εσωτερικό του ναού εντυπωσιάζει το επιβλητικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, οι τοιχογραφίες και ο χώρος του γυναικωνίτη.
Για την ανέγερση του ναού συστάθηκε ερανική επιτροπή από κατοίκους του χωριού η οποία ανέλαβε να φέρει εις πέρας το έργο αυτό. Η Εκκλησία χτίστηκε από χρηματικές εισφορές των Φιλαίων που ζούσαν στην Αμερική και των μόνιμων κατοίκων του χωριού οι οποίοι εκτός από τα χρήματα που διέθεσαν εργάστηκαν αφιλοκερδώς για την ανέγερση του ναού.
Ο ναός είναι τρισυπόστατος και τιμάται στις 15 Αυγούστου , ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 11 Φεβρουαρίου του Αγίου Βλασίου και στις 18 Ιανουαρίου του Αγίου Αθανασίου.
ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΣΤΟΝ ΛΑΔΩΝΑ
Το γεφύρι του Τσερνοτάμπεη ή Φιλέϊκο γεφύρι, γεφυρώνει τον Λάδωνα λίγο μετά την ένωσή του με τον Τράγο ποταμό (αφού προηγουμένως έχει σμίξει με τον Αροάνιο), κοντά στην διασταύρωση του δρόμου “111” με τον δρόμο προς Φίλια.
Το γεφύρι χτίστηκε από τον Τσερνοτάμπεη μεταξύ των ετών 1512-1530 και είναι ένα από τα αρχαιότερα γεφύρια της Πελοποννήσου. Είναι μονότοξο με δύο ισομεγέθη ανακουφιστικά ανοίγματα δεξιά και αριστερά, καμαρωτά και με κάθετα τα πλαϊνά τους. Είναι από τα πιο όμορφα λιθόκτιστα γεφύρια της περιοχής των Καλαβρύτων που στέκει αγέρωχα πάνω από τον πλούσιο όλο το χρόνο σε νερά ιστορικό Λάδωνα.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Η Μονή του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται ανατολικά του χωριου Φίλια Καλαβρύτων, στη νότια πλευρά του βουνού Θισβετίου. Η ημερομηνία ίδρυσης της Μονής δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένη. Θεωρείται σύγχρονη της μονής Αγίας Λαύρας, ιδρυθείσα από Πελοποννήσιο μοναχό του Αγίου Όρους προς τιμή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανασίου του Μεγάλου.
Έμμεση αναφορά για την Μονή έχουμε από το γεγονός ότι επί ηγεμονίας του σουλτάνου Σελίμ Α΄ του σκληρού (1512 - 1520), ο Ιωάννης ή Γεώργιος Τσερνωτάς (Τσερνοτάμπεης) κάτοικος της περιοχής, ανακάλυψε συμπωματικά, οργώνοντας ένα κτήμα της Μονής Αγίου Αθανασίου Φίλιων, ένα θησαυρό του αρχαίου Κλείτορα. Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώνει την ύπαρξη αλλά και τον πλούτο της Μονής την εποχή αυτή.
Κατά την παράδοση, η ίδρυσή της ανάγεται στα τέλη του 10ου αιώνα όταν Αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Νικηφόρος Φωκάς. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για την ύπαρξη της Μονής προέρχεται από πατριαρχικό σιγίλιο του 1652, σύμφωνα με το οποίο ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Παΐσιος Α΄ την ανακηρύσσει σε πατριαρχική και σταυροπηγιακή. Το 1781, ο Πατριάρχη Γαβριήλ ο Δ΄ ανανέωσε τα προνόμια της Μονής με νέο Πατριαρχικό σιγίλιο ενώ λίγο αργότερα το 1798 ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, αφού ανανέωσε και αυτός τα προνόμια της Μονής, όρισε, παράλληλα, την ετήσια εισφορά της Μονής προς το Πατριαρχείο στα 105 γρόσια.
Η Μονή είναι διώροφος και σε κάποια τμήματα ήταν τριώροφος, λιθόκτιστη με πλακόστρωτο προαύλιο και ευρύχωρη πλατεία που δηλώνει την ρωμαϊκή περίοδο.
Το καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο Πατριάρχη Αλεξανδρείας τον Μέγα. Ο ναός είναι χτισμένος σε ρυθμό τρίκλιτης βασιλικής λιθόκτιστο, με κεραμοσκεπή, οκταγωνικό τρούλο και πλακόστρωτος, που κτίστηκε το 1763 σύμφωνα με επιγραφή σε μαρμάρινο εντοιχισμένο λίθο που βρίσκεται πάνω από την θήρα της εισόδου του. Ο ναός είχε ξυλόγλυπτο τέμπλο με πολλές παλιές εικόνες που δυστυχώς σήμερα δεν σώζονται, λόγο της πυρπόλησης της Μονής από τους Γερμανούς το 1943.
Η ΜΟΝΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Μεγάλη υπήρξε η προσφορά της Μονής κατά την Επανάσταση του 1821 αφού αποτελούσε κέντρο ανεφοδιασμού και καταφύγιο για τους αγωνιστές που μάχονταν εναντίον των Τούρκων. Το 1822 η Μονή έδωσε στην Πελοποννησιακή Γερουσία 1000 γρόσια για την διεξαγωγή του αγώνα και λίγο αργότερα διέθεσε το ποσό των 6000 γροσίων , από την πώληση ενός μετοχίου της στην περιοχή της Πάτρας, προκειμένου να δαπανηθεί για τις ανάγκες του αγώνα. Μοναχός της υπήρξε ο ιεράρχης Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος που θανατώθηκε από τους Τούρκους τον Ιούνιο του 1821 στην Κωνσταντινούπολη. Με δικές του δαπάνες κατασκευάστηκε το 1819 και η κρήνη που διασώζεται μπροστά από το καθολικό της Μονής. Το καλοκαίρι του 1826 τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πυρπόλησαν την Μονή και καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου της. Από τους 70 περίπου μοναχούς που είχε η Μονή πριν την Επανάσταση απέμειναν το 1830 μόνο επτά, ενώ τα χρέη της αυξάνονταν συνεχώς. Το 1850 ανέλαβε την διοίκηση της Μονής ο Φιλαίος ιερομόναχος Παρθένιος Χρόνης και κατάφερε να ανορθώσει τη Μονή τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και από πλευράς ανθρωπίνου δυναμικού, ανακαίνισε πλήρως την πυρολυθείσα Μονή, έκτισε αλώνια, στάβλους, φύτευσε διάφορα δέντρα καρποφόρα και μη και καλλιέργησε αμπελώνα. Μέχρι το θάνατό του, το 1875, οι μοναχοί ξεπέρασαν τους 60. Στη συνέχεια η Μονή άρχισε να παρακμάζει με αποτέλεσμα το 1928 να προσαρτηθεί ως μετόχι στη Μονή της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων.
Η ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ
Στις 25 Ιουνίου 1943 η Μονή λεηλατήθηκε από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής, λίγες μέρες μετά την πυρπόληση του χωριού Φίλια από τα ίδια στρατεύματα. Μετά την λεηλασία οι Ιταλοί στρατιώτες έφυγαν με κατεύθυνση προς τα Φίλια, Στο δρόμο όμως δέχθηκαν επίθεση των ανταρτών, πού την απέδωσαν σε υποκίνηση μοναχών, έτσι γύρισαν πίσω, και πήραν μαζί τους τον ιερομόναχο και προηγούμενο π. Αμβρόσιο Παπαρηγόπουλο και τον γέροντα μοναχό Χριστόφορο Αναγνωσταρά για να τους οδηγήσουν στο χωριό. Ο π. Αμβρόσιος σκέφθηκε ότι οι Ιταλοί θα τους εκτελούσαν και αποπειράθηκε να δραπετεύσει, όμως δεν κατάφερε να καλυφθεί και έπεσε νεκρός από τα πυρά των Ιταλών.
Τον Αύγουστο του 1943 πέρασαν από την περιοχή οι Γερμανοί, οι οποίοι πυρπόλησαν την μονή η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς αλλά δεν κατέρρευσε ολόκληρη. Από την φωτιά δεν γλύτωσε ούτε ο ναός του Αγίου Αθανασίου όπου καταστράφηκε το ξυλόγλυπτο τέμπλο, τα στασίδια, τα άγια λείψανα, οι εικόνες, τα ιερά άμφια και τα λοιπά εκκλησιαστικά σκεύη.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Από το 1948 και μετά η Μονή άρχισε να παρουσιάζει και πάλι σημεία ζωής. Ο μοναχός Ιερόθεος Μουρτίκας, τον οποίον απέστειλε η Αγία Λαύρα, διέμενε μόνιμα στην Μονή, επισκεύασε τα κελιά, έδωσε ζωή σε αυτήν. Λίγο αργότερα προσετέθη και ο Ιεροδιάκονος Αντώνιος, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα δραστήριος και επί των ημερών του φυτεύτηκε και πάλι το αμπέλι της Μονής,καθώς και αμυγδαλιές και κυπαρίσσια. Όμως μετά από κάποια χρόνια έφυγε και πάλι από τη Μονή και έμεινε μόνος του ο Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Μουρτίκας. Μετά τον θάνατό του η Μονή με κάποια διαλείμματα έμεινε έρημη. Τα τελευταία έτη, με τις προσπάθειες και τις δωρεές των απανταχού Φιλαίων και όχι μόνο αυτών, γίνεται προσπάθεια για την αναστήλωση και την ανάδειξη της ιστορικής Μονής.
Τα κάστρα των Φιλίων
Σημαντικό ρόλο στην ιστορία του χωριού διαδραματίζουν και τα «κάστρα» των Φιλίων, δηλαδή οι οχυρές τοποθεσίες που χρησιμοποιούσαν οι Φιλαίοι για την άμυνα εναντίων των Τούρκων. Είναι κτισμένα σε σπηλιές σε δύσβατες και δυσπρόσιτες περιοχές.
Στις 30 Απριλίου του 1826 τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, μετά την πτώση του ηρωικού Μεσολογγίου που έγινε την νύχτα μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου 1826, διεκπεραιώθηκαν στην Πάτρα. Ο Ιμπραήμ αφού αποβιβάστηκε εκεί απέστειλε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του στα Μεσσηνιακά φρούρια μέσω της Ηλείας και αυτός με το υπόλοιπο στράτευμα (7.000 στρατιώτες) κατευθύνθηκε προς την Τρίπολη μέσω των Καλαβρύτων. Στην διαδρομή του εφάρμοσε της τακτικής της «καμένης γης» για να αναγκάσει τους κατοίκους των ελευθέρων περιοχών της Πελοποννήσου να προσκυνήσουν. Από όπου περνούσε ρήμαζε τα πάντα. Με τη φωτιά αφάνιζε αγρούς και χωριά. Λεηλατώντας και καταστρέφοντας έφτασε στην περιοχή της επαρχίας Καλαβρύτων. Εδώ κατέστρεψε πάνω από 70 χωριά. Στην αιματηρή πορεία του δεν άφησε τίποτα όρθιο. Σφαγές, εξανδραποδισμοί, λεηλασίες και εμπρησμοί χωριών ήταν καθημερινά φαινόμενα. Τα Αιγυπτιακά στρατεύματα κατέστρεφαν τα δάση, τους αμπελώνες, τα καρποφόρα δέντρα. Στην κυριολεξία δεν άφησαν «λίθο επί λίθου». Στο πέρασμά τους από το χωρίο Φίλια τα στρατεύματα του Ιμπραήμ στρατοπέδευσαν σε μία ράχη πλησίον της θέσεως Άγιος Νικόλαος, κάτω από το χωριό που ακόμα και σήμερα ονομάζεται «ράχη Μπραΐμη». Η τότε εφημερίδα «ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» φύλλo 94/22-9-1826 έγραφε: «O εχθρός εισέβαλε πρo ημερών εις τα χωρία των δύo τμημάτων της Επαρχίας Καλαβρύτων, Κατσάνας και Λειβαρτζίoυ και κατά την 9ην τoυ ενεστώτoς μηνός εσκήνωσεν εις Δάραν, εκτεινόμενoς έως τoυ Καμπά τoν μύλoν και τα πέριξ χωρία…». Από εδώ εξαπoλύει o Ιμπραήμ επιθέσεις εναντίoν των γύρω χωριών αιχμαλωτίζει πoλλoύς και συγκεντρώνει τρόφιμα και ζώα. Έτσι άλλoτε τoν βλέπoυμε πρoς τα Κατσανoχώρια, Φίλια, Παγκράτι, Κλειτoρία και άλλoτε πρoς τη Γoρτυνία (Καρύταινα) και στα χωριά Γρανίτσα, Βυτίνα, Σφυρίδα».Το χωριό των Φιλίων, οι Τουρκοαιγύπτιοι, το βρήκαν χωρίς κατοίκους και αφού το λεηλάτησαν το έκαψαν, όπως έκαψαν και την μονή του Αγίου Αθανασίου μαζί με το μετόχι της στη θέση Παλαιομονάστηρο. Οι Φιλαίοι είχαν διασκορπιστεί στα γύρω βουνά κριμένοι μέσα σε σπηλιές και δάση. Αρκετοί βρήκαν καταφύγιο στις δύο οχυρές θέσεις του χωριού που είχαν προπαρασκευαστεί, σε απόκρημνες και φύσει οχυρές θέσεις, κατά την προεπαναστατική περίοδο και χρησίμευαν για να κρύβονται οι χριστιανοί από τις διώξεις των Τούρκων.
Το οχυρό αυτό ήταν η λεγόμενη «Σπηλιά του Δράγγου» πάνω από το μετόχι της μονής του Αγίου Αθανασίου, που βρισκόταν στην κοιλάδα του Αροανίου ποταμού, βορειοανατολικά της Ι. Μονής. Είναι κτισμένο σε απότομο βράχο και χρησίμευε ως καταφύγιο των κατοίκων κυρίως των Φιλίων και των γύρω χωριών για να κρύβονται από τις διώξεις των Τούρκων και των άλλων επιδρομέων. Σήμερα το Κάστρο του Δράγγου είναι προσβάσιμο μόνο από μονοπάτι.
Το κάστρο της Παναγιάς, που βρίσκεται σε σπηλιά μέσα σε απόκρημνο βράχο στην θέση «Παναγιάς Ρέμα» κοντά στο δρόμο Φιλίων – Λευκασίου – Κλειτορίας που απέχει 4 περίπου χιλιόμετρα από το χωριό Φίλια. Στο εσωτερικό του υπάρχει ερειπωμένος ναός της Παναγίας.
Το Φιλέικο «οχυρό» στη θέση «Παναγιάς Ρέμα» όπως φαίνεται από τον δρόμο Κλετορίας – Λευκασίου – Φιλίων. Διακρίνεται η ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στην εκκλησία της Παναγίας.
Το 1825 κατά την επιδρομή του Ιμπραήμ στην περιοχή, είχαν κλειστεί στο Κάστρο της Παναγιάς περίπου 300 γυναικόπαιδα. Οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ προσπάθησαν να τους κάψουν ρίχνοντας αναμμένους θάμνους από την κορυφή του λόφου, αλλά δεν τα κατάφεραν, όπως αντίθετα είχαν καταφέρει σε παρόμοια περίπτωση στο Βρονταμά της Σπάρτης. Οι υπερασπιστές των γυναικοπαίδων παίρνοντας νερό από το ρέμα της Παναγιάς κατάφερναν να σβήνουν τη φωτιά μέχρι που οι Αιγύπτιοι απαγοητευθέντες αποχώρησαν.